Εκπαιδευτικό υλικό


γατα

ΚΟΥΦΟΝΗΣΙ

goglelg

 

χαρτμ

 

2015-05-02 10 31_39-Έγγραφο1 - Microsoft Word Starter

 

onepartanalytik

 

analytdyo

 

 

2015-05-03 08 49_29-Έγγραφο1 - Microsoft Word Starter

 

 

 

 

 

 

 

Παραμύθια •PDF• •Εκτύπωση• •E-mail•
Νήπια
••Τετάρτη•, 06 •Φεβρουάριος• 2013 15:45•

 

 

                Ο Ήλιος και το Νερό (Νιγηριανό παραμύθι)

 Μια φορά κι έναν καιρό, τότε που όλα πάνω στη γη ήταν αλλιώτικα, ο ήλιος και το νερό ζούσαν μαζί κι έκαναν παρέα. Ο ήλιος πήγαινε συχνά επίσκεψη στο νερό, μα το νερό ποτέ δεν τον είχε επισκεφτεί.

     -"Γιατί δεν έρχεσαι και συ στο παλάτι μου;" ρώτησε μια μέρα ο ήλιος το νερό.

     -"Δεν μπορώ, ήλιε μου", απάντησε το νερό.

     "Γιατί, αν έρθω, πρέπει να φέρω μαζί μου όλους τους συγγενείς μου".

     -"Και γι' αυτό, καλό μου νερό, ανησυχείς;" είπε ο ήλιος.

     "Το παλάτι μου είναι μεγάλο. Έχει χώρο για όλους σας. Ελάτε και μη νοιάζεστε καθόλου", είπε αποφασιστικά ο ήλιος.

     Έτσι, το νερό μάζεψε όλους τους συγγενείς του και κίνησαν για το λαμπρό παλάτι του ήλιου. Ήταν το νερό της θάλασσας, το νερό των ποταμών, το νερό των πηγών και των λιμνών, ήταν οι βροχές, οι θύελλες κι οι καταιγίδες, ήταν και τι δεν ήταν...

     Όταν έφτασαν στο παλάτι του ήλιου, εκείνος κατέβηκε να τους υποδεχτεί.

     -"Καλώς τους", πρόφτασε να πει, μα πριν αποσώσει τα λόγια του, το νερό χύθηκε μέσα στο παλάτι και πλημμύρισε τα πρώτα πατώματα.

     Ο ήλιος, ξαφνιασμένος, έτρεξε κι ανέβηκε στα τελευταία πατώματα, μα σε λίγο, έβλεπε, με τρόμο, το νερό να γεμίζει το παλάτι του.

     -"Σου το είπα πως είμαστε πολλοί", του είπε το νερό, καθώς έβλεπε τον ήλιο να χλομιάζει όλο και περισσότερο.

     "Τώρα όμως, δεν μπορούμε να κάνουμε πίσω".

     Ο ήλιος έβλεπε το νερό να προχωρά και σιγά σιγά να ανεβαίνει και να γεμίζει και τα υπόλοιπα πατώματα του παλατιού. Αναγκάστηκε να ανέβει στη στέγη. Το νερό όμως, στα γρήγορα, σκέπασε και τη στέγη. Τότε ο ήλιος κάνει έναν πήδο και φράααπ, ανεβαίνει στον ουρανό.

     Από τότε, άρχισε να μένει εκεί. Κι εκεί είναι ακόμα μέχρι και σήμερα.

 

Ο ΚΑΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΚΟΣ ΛΥΚΟΣ ΜΕΣΑ ΜΑΣ (ινδιάνικη ιστορία)

black and white   

 

Ένας γέρος Ινδιάνος μιλάει στον εγγονό του.

-Μέσα μου παλεύουν τα πνεύματα δυο λύκων.
Ο ένας είναι αιμοβόρος, άγριος, ύπουλος, εγωιστής κι εκδικητικός.
Ο άλλος είναι πράος, ήρεμος, γεμάτος καλοσύνη κι αγάπη.
Ο εγγονός τον κοίταζε απορημένος.
-Μην απορείς, του είπε ο γέρος και μέσα σου η ίδια πάλη γίνεται.
Υπάρχουν σε κάθε άνθρωπο.

Ο μικρός σκέφτηκε λίγο και μετά ρώτησε:
-Και στο τέλος ποιος από τους δύο θα κερδίσει;
-Αυτός που θα ταΐσεις.


Τα λόγια έχουν...δύναμη (ελληνικό παραμύθι)

μαχαιρια

 

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας γέρος, πολύ φτωχός,που είχε δώδεκα παιδιά.Κάθε μέρα έπαιρνε το τσεκούρι του ανέβαινε στο γαϊδουράκι και πήγαινε στο δάσος να μαζέψει ξύλα για τη φωτιά.Kρατούσε όσα χρειαζόταν για να ζεσταθεί αυτός και τα παιδιά του,τα υπόλοιπα τα πουλούσε και με τα χρήματα που έπαιρνε αγόραζε φαγητό για τα δώδεκα καμάρια του.

Ο γερο Στάθης, έτσι τον έλεγαν,ένα χειμωνιάτικο πρωί,ξεκίνησε για το δάσος.Ο αέρας φυσούσε δυνατά και οι πρώτες νιφάδες έπεφταν χορεύοντας στην κρύα γη.Εκείνη τη μέρα από το κρύο ,τα παγωμένα χέρια του δεν μπορούσαν να κρατήσουν το τσεκούρι,προσπαθούσε να κόψει τον κορμό ενός γέρικου δέντρου , προσπαθούσε μα δεν τα κατάφερνε.Ήταν έτοιμος να τα παρατήσει, να γυρίσει στο σπίτι του,αλλά σκεφτόταν τα δύστυχα παιδιά του που θα κρύωναν τα καημένα δίχως φωτιά" αχ γιατί να είμαι τόσο φτωχός" έλεγε και ξανάλεγε και ξαφνικά... από το πουθενά , εμφανίστηκε μπροστά του ένα  περήφανο και δυνατό λιοντάρι.Ο γέρος φοβήθηκε πως θα τον φάει, αλλά άκουσε το λιοντάρι να του λέει "Γέρο,μη φοβάσαι ήρθα να σε βοηθήσω.Φαίνεσαι πολύ κουρασμένος και το κρύο είναι τσουχτερό ,κάτσε λίγο εδώ να ξεκουραστείς.Εγώ θα κόψω τα ξύλα και θα σου φορτώσω το γάιδαρο,μετά εσύ θα πάρεις τα ξύλα και θα πας να τα πουλήσεις ,να πάρεις τίποτα των παιδιών σου ,για να φάνε".Έτσι και έγινε.Έκατσε ο γέροντας κάτω από μια ελιά και όταν το λιοντάρι ετοίμασε τα ξύλα και τα φόρτωσε, ο γέρος πήρε το δρόμο του γυρισμού, αφού πρώτα ευχαρίστησε το δυνατό λιοντάρι.Μετά από δυο τρεις μέρες ο γέρος ξαναπήγε στο δάσος και πάλι έγιναν τα ίδια,για να μην πολυλογώ  κάθε φορά που πήγαινε ο γέρος στο δάσος αυτό γινόταν.Μια ανοιξιάτικη μέρα Μάρτης ήτανε θαρρώ,μέρα που από τη ζέστη έσκαγε ο τζίτζικας,ογέρος είπε στο λιοντάρι που το έβλεπε να ταλαιπωρείται από τη ζέστη "Κάτσε φίλε μου εδώ σιμά μου να ξαποστάσεις λίγο".Το λιοντάρι πήγε κι έβαλε το κεφάλι του στα γόνατα του γέρου κα τον ρώτησε:                                                                                                                                                                                                   -  Είμαι όμορφος γέρο;

 - Είσαι όμορφος γιέ μου,του απάντησε.

 - Είμαι αντρειωμένος;

 - Είσαι δυνατό λιοντάρι.

  - Είμαι παλικάρι,έχω όλα τα χαρίσματα,βρυχήθηκε το λιοντάρι.

 Τότε ο γέρος γύρισε και του είπε"Είσαι πολύ δυνατό ,πολύ καλόκαρδο λιοντάρι,αλλά έχεις ένα κακό,πολύ κακό ελάττωμα ...βρωμάει πολύ το στόμα σου γιόκα μου".Το λιοντάρι σηκώθηκε με μιας, φόρτωσε το γάιδαρο και είπε στο γέροντα:"Τώρα γέρο δώσε μου ένα χτύπημα με το τσεκούρι  στην πλάτη,όσο πιο δυνατό μπορείς". Ο γέρος τα έχασε,δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί ο φίλος του ζητούσε να τον χτυπήσει και φυσικά αρνήθηκε να του κάνει κακό."Ποτέ δε θα κάνω κάτι τέτοιο σε σένα,είσαι φίλος μου σε αγαπώ"του είπε.Τότε το λιοντάρι τον κοίταξε αγριεμένο και με δυνατή φωνή είπε:"Θα κάνεις ότι σου λέω , γιατί αλλιώς θα...σε φάω".Ο γέρος τρέμοντας από το φόβο σήκωσε το τσεκούρι του, χτύπησε την πλάτη του λιονταριού και του άνοιξε μια μεγάλη πληγή.                                                                                                                          

 Πέρασε πολύς καιρός, το λιοντάρι θεραπεύτηκε από το χτύπημα του τσεκουριού.Όταν είδε το γέρο να πλησιάζει μάζεψε τις δυνάμεις του,έκοψε τα ξύλα ,τα φόρτωσε στο γάιδαρο μετά πλησίασε το γέρο ..

-Κοίτα γέρο,πώς σου φαίνεται η πληγή μου;

 -Έγινες καλά γιέ μου,πόσο χαίρομαι ,του αποκρίθηκε.                  

 -Είδες;Τόσο μεγάλη πληγή έγιανε και τόσο μεγάλος πόνος πέρασε μα... τα λόγια που μου είπες,πως βρωμάει το στόμα μου, με πλήγωσαν βαθιά στην καρδιά κι αυτή η πληγή ,δε γιατρεύεται. Βλέπεις οι λέξεις πληγώνουν περισσότερο κι από τα όπλα και οι πληγές της καρδιάς δε γιατρεύονται, δε γιατρεύονται ποτέ.Φύγε τώρα και φρόντισε να μη σε ξαναδώ μπροστά μου ,γιατί θα σε φάω...

 

                              Η μαχαιριά γιανίσκει,μα ο κακός ο λόγος μηνίσκει...


H ιστορία της αμυγδαλιάς

ΤΕΛΟΣ

Η Αμυγδαλιά ήταν μια πολύ όμορφη κοπέλα με ροδαλά μάγουλα.Η μητέρα της την αγαπούσε υπερβολικά,φοβόταν τις κρύες μέρες του χειμώνα να την αφήσει να βγει έξω μήπως και ...κρυώσει.Έτσι κάθε χειμώνα την κλείδωνε στο δωμάτιό τηςMια μέρα πέρασε έξω από το παράθυρό της ο Βοριάς ,την είδε και την ερωτεύτηκε.Τριγυρνούσε κάθε μέρα έξω από το σπίτι της και έκανε χίλια δυο πράγματα για να τραβήξει την προσοχή της φυσούσε δυνατά ,χτυπούσε το παράθυρο μάταιος κόπος! Ο Βοριάς είναι αέρας,ο αέρας είναι αόρατος πώς θα μπορούσε να τον δει ,να τον ερωτευτεί η Αμυγδαλιά; Ένα βράδυ πέρασε από το μυαλό του μια απίθανη ιδέα:θα μεταμορφωνόταν σε πρίγκιπα!Την άλλη κιόλας μέρα παρουσιάστηκε στην Αμυγδαλιά της συστήθηκε και της ζήτησε να τον παντρευτεί.Εκείνη μόλις τον αντίκρυσε,τον ερωτεύτηκε και δέχτηκε με χαρά την πρότασή του.Μια μέρα που έλλειπε η μάνα της από το παλάτι βγαίνει έξω τρέχοντας να αγκαλιάσει τον πρίγκιπά της.Δεν άντεξε όμως την παγωμένη του αγκαλιά και...ξεψύχησε!Από τότε ντύνεται νυφούλα και δέχεται το άγγιγμα του αγαπημένου της Βοριά,κάθε χειμώνα.


Ο αλυσοδεμένος ελέφαντας (μια διδακτική ιστορία του Χόρχε Μπουκάι)

ελεφαντας

"Όταν ήμουν μικρός μου άρεσε πολύ το τσίρκο και στο τσίρκο μου άρεσαν πολύ τα ζώα.Μου έκανε τρομερή εντύπωση ο ελέφαντας που,όπως έμαθα αργότερα είναι το πιο αγαπημένο ζώο όλων των παιδιών.Στην παράσταση,το θεόρατο ζώο έκανε επίδειξη του τεράστιου βάρους του,του όγκου του και της δύναμής του...Όμως μετά την παράσταση και λίγο προτού επιστρέψει στη σκηνή, ο ελέφαντας στεκόταν δεμένος συνεχώς σε ένα μικρό ξύλο μπηγμένο στο έδαφος. Μια αλυσίδα κρατούσε φυλακισμένα τα πόδια του.Ωστόσο το ξύλο ήταν αληθινά μικροσκοπικό κι έμπαινε σε ελάχιστο βάθος μέσα στο έδαφος.Μολονότι η αλυσίδα ήταν χοντρή και ισχυρή, μου φαινόταν ολοφάνερο ότι ένα ζώο που μπορούσε να ξεριζώνει δέντρα με τη δύναμή του, θα μπορούσε εύκολα να λυθεί και να φύγει.

To θεωρούσα αληθινό μυστήριο. Μα τι τον κρατάει; Γιατί δεν το σκάει;

Όταν ήμουν πέντε ή έξι ετών πίστεθα ακόμη στη σοφία των μεγάλων.Ρώτησα τότε κάποιο δάσκαλο ,τον πατέρα μου ή ένα θείο μου, για το μυστήριο του ελέφαντα.Κάποιος μου εξήγησε ότι ο ελέφαντας είναι δαμασμένος.Έκανα τότε την προφανή ερώτηση: "Κι αφού είναι δαμασμένος, γιατί τον αλυσοδένουν;"Δε θυμάμαι να πήρα κάποια ικανοποιητική απάντηση.Με τον καιρό, ξέχασα το μυστήριο του ελέφαντα με το παλούκι και το θυμόμουν μόνο όταν βρισκόμουν με κάποιους που είχαν αναρωτηθεί κάποτε πάνω στο ίδιο θέμα.

Πριν από μερικά χρόνια ανακάλυψα-ευτυχώς για μένα-ότι κάποιος είχε αρκετή σοφία ώστε να ανακαλύψει την απάντηση.Ο ελέφαντας του τσίρκου,δεν το σκάει γιατί τον έδεναν σε ένα παρόμοιο παλούκι από τότε που ήταν πολύ, πολύ  μικρός.

Έκλεισα τα μάτια και φαντάστηκα τον νεογέννητο ανυπεράσπιστο ελέφαντα δεμένο από το παλούκι.Είμαι βέβαιος ότι τότε το ελεφαντάκι είχε σπρώξει ,τραβήξει και ιδρώσει πασχίζοντας να ελευθερωθεί  μα παρ΄όλες τις προσπάθειές του ,δεν τα είχε καταφέρει,γιατί το παλούκι ήταν πολύ γερό για τις δυνάμεις του.Φαντάστηκα ότι θα κοιμόταν εξαντλημένο και την επόμενη μέρα θα προσπαθούσε ξανά και τη μεθεπόμενη το ίδιο...Ώσπου μια μέρα, μια φρικτή μέρα για την ιστορία του ,το ζώο θα παραδεχόταν την αδυναμία του και θα υποτασσόταν στη μοίρα του.Αυτός ο πανίσχυρος και θεόρατος ελέφαντας που βλέπουμε στο τσίρκο δεν το σκάει, γιατί νομίζει ότι δεν μπορεί, ο...δυστυχής!Η ανάμνηση της αδυναμίας που ένιωσε λίγο μετά τη γέννησή του είναι χαραγμένη στη μνήμη του και το χειρότερο είναι ότι ποτέ δεν αμφισβήτησε σοβαρά αυτή την ανάμνηση.Ποτέ μα ποτέ δεν ξαναπροσπάθησε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του...

Όλοι είμαστε λίγο πολύ σαν τον ελέφαντα του τσίρκου.Περιδιαβαίνουμε τον κόσμο δεμένοι σε εκατοντάδες παλούκια που μας στερούν την ελευθερία.Ζούμε πιστεύοντας ότι "δεν μπορούμε"να κάνουμε ένα σωρό πράγματα , απλώς επειδή μια φορά , πριν από πολύ καιρό, όταν είμασταν μικροί , προσπαθήσαμε και δεν τα καταφέραμε. Πάθαμε τότε το ίδιο με τον ελέφαντα.Χαράξαμε στη μνήμη μας αυτό το μήνυμα: "δε μπορώ, δε μπορώ και ποτέ δε θα μπορέσω."Αυτό σου συμβαίνει.Ζεις μέσα στα όρια της ανάμνησης ενός που δεν υπάρχει πια , εκείνου που δεν τα κατάφερε.Ο μοναδικός τρόπος να μάθεις εάν μπορείς, είναι να προσπαθήσεις πάλι με όλη σου την ψυχή...!"


Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΛΕΚΙΝΟΥ

ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ Α ΚΑΙ ΟΙ ΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΡΛΕΚΙΝΟΥ Σελίδα_01

Μια φορά κι έναν καιρό στην πόλη με τις γόνδολες,τη Βενετία, 
ζούσε ένα φτωχό παιδάκι, ο Αρλεκίνος. Τις μέρες της Αποκριάς, στη Βενετία γιορτάζουν το καρναβάλι με παρελάσεις και γιορτές. Όλοι ντύνονται μασκαράδες και κρυμμένοι πίσω από τις μάσκες τους γλεντάνε μέχρι το πρωί.

Ο μικρός Αρλεκίνος, κάθε απόγευμα, καθόταν στο παράθυρο, έβλεπε τους γελαστούς μασκαράδες που περνούσαν παρέες παρέες κάτω από το σπίτι του και μερικές φορές ένα δάκρυ κυλούσε στο μαγουλάκι του. Θυμόταν πώς
ντυνόταν κι αυτός μασκαράς μαζί με τον πατέρα του και τη μητέρα του και κάνανε βόλτες στην πλατεία το Αγίου Μάρκου με τα περιστέρια. Τώρα πια όλα ήτανδιαφορετικά ! Ο πατέρας είχε πεθάνει και η καημένη η μητέρα του με μεγάλη δυσκολία κατάφερνε να πληρώνει τα έξοδά τους. Σκούπιζε, λοιπόν, το δάκρυ του και χαιρετούσε τους γελαστούς μασκαράδες που του φώναζαν να κατέβει μαζί τους στο γλέντι.
Η μαμά του είδε το κρυφό δάκρυ του Αρλεκίνου και ανέβηκε στη σοφίτα αποφασισμένη να βρει κάτι, έστω κι ένα παλιό ρούχο, για να μασκαρέψει το λυπημένο παιδί της. Κάτι μικρά κουρελάκια από υφάσματα της έδωσαν
την ιδία ! Τα μάζεψε όλα, πήρε τα ραφτικά της και δούλεψε μέχρι το πρωί. Ένωσε τα μικρά κομματάκια, έκανε ένα μεγάλο πολύχρωμο πανί και μ? αυτό έραψε μια φανταχτερή στολή, που άλλη δεν είχε ξαναγίνει !
Ξύπνησε χαρούμενη το Αρλεκίνο και τον έντυσε με τη στολή. Φούντωσε τα κατσαρά καστανά μαλλάκια του παιδιού και, σαν τελευταία πινελιά, άνοιξε δυο τρύπες με το ψαλίδι της σε μια μαύρη βελούδινη λωρίδα και
την έδεσε στα μάτια του παιδιού για μάσκα ! Το αποτέλεσμα ήταν θαυμάσιο !
Ευτυχισμένος ο Αρλεκίνος, με τα δάκρυα απ? τα παράπονα να λάμπουν στα ματάκια του, έδωσε ένα σκαστό φιλί στη μανούλα του και έτρεξε στην πλατεία.
Τα πυροτεχνήματα έλαμπαν στον ουρανό και τα παιδιά μάζευαν καραμέλες και σοκολάτες που πετούσαν οι άρχοντες από τα μπαλκόνια.
Όταν έφτασε στην πλατεία ο Αρλεκίνος, όλοι θαύμαζαν τη φορεσιά του, κι εκείνος χαρούμενος άρχισε να χορεύει χωρίς να φανερώνει ποιος είναι.
Ποιος είσαι; τον ρωτούσαν πολλοί. Είσαι από τη Βενετία; Που αγόρασες αυτή τη θαυμάσια στολή;
Ο Αρλεκίνος χαμογελούσε και κρατούσε καλά φυλαγμένο το μυστικό του, ώσπου μια κοπελίτσα τού άρπαξε τη μάσκα.
Είναι ο Αρλεκίνος ! φώναξαν κάποιοι ξένοι.
Αυτός είναι ο βασιλιάς του καρνάβαλου, φώναξαν όλοι μαζί και του πρόσφεραν φρούτα και γλυκά χορεύοντας χαρούμενοι γύρω του.
Ο Αρλεκίνος χόρεψε ξέφρενα όλη νύχτα και το πρωί γύρισε στο σπίτι του φορτωμένος με γλυκά.
Ένας χρόνος πέρασε. Την επόμενη χρονιά, μόλις πλησίαζε η Αποκριά, όλοι έτρεξαν στη μητέρα του Αρλεκίνου
και πλήρωναν όσο όσο για να ράψουν μια πολύχρωμη φορεσιά αρλεκίνου...


Οι Χρωματιστοί Ιππότες


Μια φορά κι έναν καιρό, εδώ και πολλά χρόνια, υπήρχε το Βασίλειο των Χρωμάτων όπου ζούσαν εφτά ιππότες: ο Κόκκινος, ο Πορτοκαλής, ο Κίτρινος, ο Πράσινος, ο Μπλε, ο Λουλακής και ο Βιολετής. Όλοι ήταν γενναίοι και τολμηροί, κι ένιωθαν πολύ περήφανοι για το χρώμα τους.
Ο Κόκκινος Ιππότης έλεγε με μεγάλη ικανοποίηση:
-Το χρώμα μου είναι το ομορφότερο. Κοιτάξτε τη φωτιά, τα κεράσια και τις φράουλες, κι εκείνα τα κόκκινα τριαντάφυλλα που μοιάζουν με ζωντανές φλόγες. Η ζωή είναι κόκκινη, όπως τα χείλη που θέλεις να φιλήσεις!
Ο Πορτοκαλής ιππότης πάντα του απαντούσε:
- Ναι, αλλά το κόκκινο είναι επίσης το χρώμα του αίματος, του πολέμου. Ενώ το δικό μου είναι το χρώμα που έχουν τα πορτοκάλια και τα μανταρίνια, τα σύννεφα όταν δύει ο ήλιος και ο αέρας είναι ακόμα ζεστός. Είναι ένα γλυκό χρώμα, κι απ? ό,τι φαίνεται, μοσχοβολάει κιόλας.
Τότε πεταγόταν και ο Κίτρινος Ιππότης:
- Πόσο λάθος κάνετε! Εγώ είμαι ο πιο όμορφος: ρίξτε μια ματιά στον ήλιο, στα λεμόνια, στο μέλι και στα χιλιάδες λουλούδια του αγρού. Ακόμα και τα φύλλα των δέντρων γίνονται κίτρινα το φθινόπωρο, λες και ζηλεύουν τα λουλούδια.
Αμέσως, ο Πράσινος Ιππότης ξεσπούσε σε γέλια:
- Ναι, σιγά! Τα φύλλα κιτρινίζουν το φθινόπωρο γιατί είναι ετοιμοθάνατα. Όταν τα φυτά και τα δέντρα είναι δυνατά και νέα, έχουν καταπράσινα φύλλα. Για κοιτάξτε τα βουνά, τα λιβάδια και τα δάση. Ο κόσμος είναι πράσινος όταν είναι ζωντανός.
Όμως, ο Μπλε Ιππότης έβαζε τις φωνές:
- Τι ανοησίες είναι αυτές που ακούω; Αν ο κόσμος έχει ένα χρώμα που ν? αξίζει, αυτό είναι το μπλε. Κοιτάξτε την απέραντη θάλασσα, τις λίμνες και τα ποτάμια. Και ο ουρανός; Ένας τεράστιος μπλε θόλος, μια ατέλειωτη έκταση από μπλε χρώμα. Θαλασσί για το νερό και γαλάζιο για τον ουρανό.
Ο Λουλακής Ιππότης, που έμενε όλη αυτή την ώρα σιωπηλός, έλεγε με ξιπασιά:
- Όμως, τι χρώμα έχουν τα βουνά όταν τα βλέπουμε από μακριά το δειλινό, όταν ο ήλιος βασιλεύει; Λουλακί. Όπως το κρασί και τα ώριμα σταφύλια. Ή σαν τα δαμάσκηνα, τα μούρα και τα σύκα, που είναι πιο γλυκά κι απ?το μέλι. Το λουλακί είναι χρώμα σοβαρό, επιβλητικό, μεγαλοπρεπές.
Και τελευταίος έλεγε ο Βιολετής Ιππότης:
- Για να δούμε, ποιο είναι το πιο μυρωδάτο και πιο λεπτεπίλεπτο λουλούδι του δάσους; Φυσικά η βιολέτα. Και τι χρώμα έχουν πολλές πολύτιμες πέτρες που κρύβονται στην καρδιά της γης; Το βιολετί είναι ένα χρώμα γεμάτο συναίσθημα, πάθος. Είναι ο ουρανός την ώρα του δειλινού, ο βελούδινος ήχος που βγάζουν τα βιολιά. Και το όνομα της βιολέτας είναι από μόνο του σκέτο ποίημα.
Όλοι τους, λοιπόν, περνούσαν ώρες ολόκληρες μπροστά στον καθρέφτη, καμαρώνοντας τα χρωματιστά είδωλά τους. Γιατί ο καθένας πίστευε ότι είναι ο καλύτερος και μόνο στους άλλους έβλεπε μειονεκτήματα.
Μια μέρα, ο Ασπρόμαυρος Βασιλιάς που, μαζί με την Τριανταφυλλιά Βασίλισσα ήταν οι κύριοι των Εφτά Ιπποτών, τους φώναξε και τους είπε:
- Αγαπημένοι και γενναίοι Ιππότες των Χρωμάτων, έχω αρχίσει να κουράζομαι με τους καβγάδες και τη ματαιοδοξία σας. Εγώ, ο Ασπρόμαυρος Βασιλιάς, σας διατάζω και σας υποχρεώνω να είστε μονιασμένοι από ?δώ και πέρα και να μην ξανατσακωθείτε για τις διαφορές σας. Είναι αλήθεια ότι είμαστε διαφορετικοί, αλλά δεν θα ήταν πολύ βαρετό αν ήμασταν όλοι ίδιοι;
Και συνέχισε:
- Προσέξτε καλά: σύντομα θα παντρευτεί η κόρη μου, η Τριανταφυλλιά ? Λευκή Πριγκήπισσα, και θέλω να διακοσμήσω το παλάτι μου με το πιο ωραίο στολίδι που υπήρξε ποτέ. Το αφήνω στα χέρια σας, Ιππότες των Χρωμάτων.
Ο καθένας απ? τους ιππότες άρχισε να σκέφτεται πώς θα ευχαριστούσε τον βασιλιά και σχεδίαζε να διακοσμήσει το παλάτι με μια μεγάλη αψίδα του δικού του χρώματος. Την παραμονή του γάμου, μαζεύτηκαν όλοι μαζί και καθώς ο καθένας ανέλυε την ιδέα του, άρχισε ο ίδιος βαρετός καβγάς. Τότε ο Ασπρόμαυρος Βασιλιάς βγήκε απ? το δωμάτιό του και είπε στους υπηρέτες του:
- Πιάστε αυτούς τους ξιπασμένους ιππότες και διώξτε τους μακριά! Δεν θέλω να τους ξαναδώ ποτέ πια στα μάτια μου!
Οι υπηρέτες υπάκουσαν στις διαταγές του βασιλιά και έπιασαν τους εφτά Ιππότες των Χρωμάτων, τους έδεσαν όλους μαζί και τους έστειλαν πέρα από τα σύννεφα.
Και τότε, έγινε το θαύμα! Συνέβη κάτι που κανείς δεν είχε φανταστεί. Εκεί, πέρα απ? τα σύννεφα, δημιούργησαν την πιο όμορφη και εντυπωσιακή αψίδα που είχε δει ποτέ κανείς: το Ουράνιο Τόξο. Οι Ιππότες είχαν κρατήσει ο καθένας το χρώμα του, αλλά ήταν και τα εφτά χρώματα ενωμένα όλα μαζί. Σ? όλη τη χώρα, οι άνθρωποι έστρεψαν γοητευμένοι τα μάτια τους προς τον ουρανό:
- Τι πολύχρωμη αψίδα! Πόσα διαφορετικά χρώματα, και τι ωραία που είναι όλα μαζί!
Είναι εκπληκτικό!


Ζ...όπως ζέμπρα

images 12

 

 

 

Ο Λύκος  (Μύθοι των ζώων.Εκδόσεις Στρατίκη

100 0350

           Πολλοί μύθοι για το λύκο υπήρχαν στην αρχαία Ελλάδα.

  Ένας γνωστός μύθος έλεγε ότι το αγρίμι αυτό του δάσους δεν ήταν παρά ο γιος του Πελασγού, ο Λυκάονας ,βασιλιάς της Αρκαδίας.Κάποτε ,για να ευχαριστήσει το Δία, θυσίασε στο βωμό του ένα παιδί. Ο Δίας οργίστηκε, έριξε κατά πάνω του έναν κεραυνό και τον μεταμόρφωσε σε λύκο.

   Ένας άλλος μύθος λέει ότι ο Δίας μεταμόρφωσε τη Λητώ σε λύκο για να μην τη καταδιώκει η Ήρα και την οδήγησε στο νησί της Δήλου για να γεννήσει τα παιδιά τους, τον Απόλλωνα και την Άρτεμη.Δώδεκα μερόνυχτα υπόφερε από τους πόνους του τοκετού η Λητώ. Γι αυτό ,όπως λένε και οι λύκαινες υποφέρουν από πόνους δώδεκα μέρες και δώδεκα νύχτες ώσπου να γεννήσουν.Γι αυτό και ο Απόλλωνας αγαπούσε πολύ τους λύκους.Οι μύθοι λένε ότι μεταμορφωνόταν συχνά σε λύκο για να τιμητήσει κάποιον εχθρό του ή να κατακτήσει κάποια όμορφη κοπέλα.Με τον τρόπο αυτό κατάφερε να πλησιάσει την Κυρήνη.Η Κυρήνη ήταν κόρη του Θεσσαλού βασιλιά Υψέα και μιας νύμφης ήταν πολύ όμορφη και μοναδική στο χειρισμό του τόξου και είχε αποφασίσει να μην παντρευτεί .Για να την πλησιάσει ο Απόλλωνας μεταμορφώθηκε σε λύκο.Έπλενε τα πόδια της η όμορφη Κυρήνη σε ένα ποτάμι όταν είδε το αγρίμι να έρχεται σιγά σιγά προς το μέρος της.Η κοπέλα δε φοβήθηκε του χαμογέλασε και, ξαφνικά βρέθηκε μπροστά στον πιο όμορφο από τους θεούς ,τον Απόλλωνα.Τώρα δεν μπορούσε να του ξεφύγει ,ούτε να του αρνηθεί την αγάπη της...



Η Οχιά (Μύθοι των ζώων .Εκδόσεις Στρατίκη)

οχια   οχιααααα

Η οχιά ,το γνωστό μας φίδι με το επικίνδυνο δηλητήριο, ήταν κάποτε εντελώς διαφορετική.Οι αρχαίοι την ονόμαζαν Έχιδνακαι ήταν ένα φοβερό τέρας, από τη μέση και κάτω φίδι και από τη μέση και πάνω γυναίκα.Γονείς της ήταν ο Τάρταρος και η Γη.Η Έχιδνα παντρεύτηκε τον Τυφώνακαι απόκτησε πολλά παιδιά,που όλα τους ήταν αιμοβόρα τέρατα.Μερικά από τα παιδιά τους ήταν ο Κέρβερος,ο σκύλος με τα τρία κεφάλια που φρουρούσε την πύλη του Άδη για να μη βγαίνουν οι νεκροί από τον κάτω κόσμο, η Λερναία Ύδρα με τα εννιά κεφάλιαπου σκότωσε ο Ηρακλής, η Σφίγγα που σκόρπιζε τον τρόμοκαι το θάνατο στη Θήβα, το Λιοντάρι της Νεμέαςπου κι αυτό το σκότωσε ο Ηρακλής , η Σκύλλακαι η Χάρυβδηπου έτρωγαν τους ναυτικούς, ο δράκος που φύλαγε το χρυσόμαλλο δέρας και τα δυο φίδια που έπνιξαν τον Λαοκόοντα και τους γιούς του στην Τροία.Οι μύθοι του Άργους μιλούσαν αρκετά συχνά για την Έχιδνα και τα φοβερά της κατορθώματα .Αλλοίμονο στον άνθρωπο που θα περνούσε από κοντά της.Τον χτυπούσε με την πελώρια ουρά της κι έπειτα τον καταβρόχθιζε.Ώσπου ένας ήρωας του Άργους , ο Πάνοπτος ,κατάφερε με τη βοήθεια του Δία να πλησιάσει αθόρυβα την Έχιδνα και με μια σπαθιά την έκοψε στη μέση.Το ανθρώπινο κομμάτι πέθανε ,αλλά το άλλο κομμάτι ,το φιδίσιο , κατάφερε να ξεφύγει και χώθηκε σε μια τρύπα.Από τότε έγινε σκέτο φίδι , αποκτώντας φιδίσιο κεφάλι.Είναι η γνωστή μας οχιά.Και είναι τόσο το μίσος της για τους ανθρώπους που έχει οπλιστεί με ένα επικίνδυνο δηλητήριο για να τους εκδικείται επειδή τη χώρισαν από το ανθρώπινο κομμάτι της.Στη χώρα μας υπάρχουν αρκετές οχιές και χρειάζεται να προσέχουμε όταν περπατάμε την άνοιξη ή το καλοκαίρι στην εξοχή.Ένα τσίμπημα μπορεί να γίνει θανατηφόρο αν δεν τρέξουμε αμέσως στο γιατρό για να μας κάνει τον ανάλογο ορό.


Η Πρόνκη  και η Φιλομήλα         06 vogel


Στην ελληνική μυθολογία με το όνομα Πρόκνη είναι γνωστή η μία από τις δύο θυγατέρες του Πανδίονα του Α΄, βασιλιά των Αθηνών. Αδελφή της Πρόκνης ήταν η Φιλομήλα, ενώ αδελφός της ήταν ο Ερεχθέας, μετέπειτα βασιλιάς των Αθηνών. Η Πρόκνη δόθηκε από τον πατέρα της ως σύζυγος στον βασιλιά Τηρέα από τη Θράκη, επειδή αυτός τον είχε βοηθήσει εναντίον των Θηβαίων. Η Πρόκνη και ο Τηρέας απέκτησαν μαζί ένα γιο, τον `Ιτυν, αλλά καθώς δεν υπήρχε κάποια αγάπη ανάμεσά τους αφού ήταν γάμος κανονισμένος από τον πατέρα της Πρόκνης, ο Τηρέας άρχισε να την απατά με τη Φιλομήλα. Τότε η Πρόκνη έσφαξε τον γιο της και έδωσε το κρέας του στον Τηρέα για δείπνο. Αφού ο Τηρέας το αντιλήφθηκε, κατεδίωξε και τις δύο αδελφές. Τότε οι θεοί τις μετεμόρφωσαν, τη μεν Πρόκνη σε αηδόνι, τη δε Φιλομήλα σε χελιδόνι. Αλλά και ο Τηρέας μεταμορφώθηκε σε έποπα, τσαλαπετεινό δηλαδή. Ο μύθος αυτός έγινε το θέμα τραγωδιών από τους αρχαίους `Ελληνες τραγικούς ποιητές.

 

"Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε στην Αθήνα ένα ξακουστός βασιλιάς που είχε δυο κόρες την Πρόκνη και τη Φιλομήλα, η μια ήταν ομορφότερη από την άλλη. Μια μέρα όμως ξέσπασε πόλεμος και ο βασιλιάς ήταν πολύ γέρος για να τα καταφέρει. Ως από μηχανής θεός ήρθε ένα νέο  αρχοντόπουλο από τη Θράκη, δυνατός πολεμιστής, μαζί με τους στρατιώτες του για να τον βοηθήσει.Χάρη στη βοήθειά του νίκησαν τους εχθρούς. Ο βασιλιάς πρόσφερε γεύμα προς τιμή τους. Εκεί το αρχοντόπουλο είδε την Πρόκνη που κέρναγε κρασί τους καλεσμένους και θαμπώθηκε από την ομορφιά της. Τη ζήτησε να την παντρευτεί και να την πάρει στη χώρα του. Ο βασιλιάς στην αρχή αρνήθηκε γιατί δεν ήθελε να την αποχωριστεί αλλά δεν στο τέλος δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς αφού τον είχε βοηθήσει στον πόλεμο και έτσι συμφώνησε...Η Πρόκνη στεναχωρήθηκε πολύ γιατί θα έχανε την αγαπημένη αδερφή της αλλά αναγκάστηκε να παντρευτεί και να φύγει για τη Θράκη. Με τον καιρό τον αγάπησε και μάλιστα γέννησε και ένα αγοράκι αλλά η σκέψη της ήταν συνέχεια στην αδερφή και τον πατέρα της και ήταν πολύ στεναχωρημένη.Ο άντρας της τότε αποφάσισε να πάει στην Αθήνα να φέρει την αδερφή της, όμως όταν πήγε και τη ζήτησε από τον πατέρα της του ήρθε μια ιδέα ...να την φυλακίσει σε ένα ψηλό πύργο για να την βλέπει μόνο αυτός, επειδή και η Φιλομήλα ήταν πολύ όμορφη. Στο ταξίδι τους για τη Θράκη την έπιασε και της τα είπε όλα αυτά και η Φιλομήλα κατάλαβε ότι δε θα έφτανε ποτέ στην αδερφή της και πήδηξε στη θάλασσα για να σωθεί. Εκείνος βούτηξε και την έσωσε και όταν έφτασαν την έκλεισε στον πύργο και είπε στην Πρόκνη ότι πνίγηκε....Η Φιλομήλα όμως ήταν έξυπνη κοπέλα και βρήκε τρόπο να επικοινωνήσει με την αδερφή της... Ύφαινε κάθε μέρα στον αργαλειό της ένα υφαντό και πάνω του κεντούσε  την ιστορία της. Όταν τελείωσε παρακάλεσε τον υπηρέτη της να το πάει δώρο στη βασίλισσα δηλαδή την αδερφή της και να της πει ότι είναι δώρο από την Κυρά του Πύργου... Η Πρόκνη όταν το πήρε απόρησε γιατί δεν ήξερε ότι υπάρχει κάποιος στον πύργο... το άνοιξε γρήγορα και τι να δει... το υφαντό της αδερφής της... έτρεξε αμέσως να τη βρει.. την ελευθέρωσε και έτρεξαν στο δάσος να κρυφτούν μέχρι να περάσει η νύχτα και το πρωί να μπουν στο καράβι για να φύγουν. Ο άρχοντας όμως τις κατάλαβε και άρχισε να τις κυνηγά. Λίγο πριν τις προφτάσει η Πρόκνη φώναξε στους θεούς του Ολύμπου να τις βοηθήσουν και οι θεοί τις λυπήθηκαν και μεταμόρφωσαν την Πρόκνη που τραγουδούσε όμορφα σε αηδόνι και την Φιλομήλα που δεν είχε πια μιλιά αλλά κένταγε όμορφα σε χελιδόνι.Όσο για τον άγριο πολεμιστή οι Θεοί τον μεταμόρφωσαν κι αυτόν σε πουλί, ένα πουλί με μορφή πολεμική τον έποπα  δηλαδή τον γνωστό μας Τσαλαπετεινό!!"



το συναχωμενο ηφαιστειο

  Σύντομη περίληψη

«Ο Κοιμίσης κρυολόγησε».

«Εντάξει, θα του περάσει! Πού βλέπετε κάτι ασυνήθιστο;»

«Όμως ο Κοιμίσης δεν είναι άνθρωπος».

«Αλλά τότε;»

«Ηφαίστειο είναι!»

«Άντε καλέ! Κρυολογούν και τα ηφαίστεια;»

Μια αλληγορική ιστορία για ένα χαριτωμένο «πιτσιρίκι». Η ανάγκη που έχουμε όλοι μας για μια καλή συντροφιά, μια γερή φιλία. Κι η ομορφιά που απλώνεται πάντα γύρω μας όταν μια μεγάλη καρδιά τη χαρίζει απλόχερα.

αν θέλεις να το διαβάσεις κάνε κλικ στην εικόνα





Η πριγκίπισσα που δεν έτρωγε μελιτζάνες  1                    λίγα λόγια για το βιβλίο

   Τι βάσανα που έχει η ζωή της πριγκίπισσας Έλενας! Αφού δεν της αρέσουν οι μελιτζάνες, πόσες φορές πρέπει να το πει;

Η Έλενα έχει τα πάντα. Παιχνίδια, ρούχα, ένα μεγάλο όμορφο σπίτι και γονείς που τη λατρεύουν. Τι αχαριστία, θα έλεγαν όλοι! Αφού λοιπόν δεν της λείπει τίποτα, γιατί είναι τόσο θλιμμένη;

 

Ώσπου μια μέρα, όλα αλλάζουν. Περνώντας μέσα από μια τρύπα του βασιλικού φράχτη, η Έλενα συναντάει την ...Ευτυχία και δοκιμάζει ένα φαγητό με περίεργο όνομα.

 κάνε κλικ στο παραμύθι



Το αεράκι και η καμινάδα 1

   Όλοι το περιμένουν αυτό το χαρούμενο, δροσιστικό αεράκι. Να τρέξει, να πετάξει, να φυσήξει. Κι αυτό βιάζεται πολύ. Τα όνειρα και τα ταξίδια το καλούν. Ώσπου...

Εκείνη έχει φορεσιά κόκκινη με περίεργα σχέδια και ένα μαύρο τριγωνικό καπέλο. Μια καμινάδα ξεχωριστή. Όμορφη αλλά φαντασμένη.

 

Συναντιούνται ή καλύτερα το αεράκι πέφτει επάνω της. Και τότε, όλα αλλάζουν.

 

Μια τρυφερή ιστορία για τη φιλία, την προσφορά, τον σεβασμό και την αγάπη. Αλλά και μια αλληγορία για το διαφορετικό και πόσο εύκολο είναι μία λέξη ή μία κίνηση να φέρει ένα χαμόγελο ή ένα δάκρυ...

              κάνε κλικ στο παραμύθι


οι 4 χωρες

    Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχαν τέσσερις χώρες, η χώρα του Πρωινού, η χώρα του Μεσημεριού, η χώρα του Απογεύματος και η χώρα του Βραδιού. Ήταν πραγματικά υπέροχες! Οι υπήκοοί τους ταξίδευαν από τη μια στην άλλη και περνούσαν μοναδικά. Βρίσκονταν δίπλα δίπλα, τόσο δίπλα που στο τέλος από το σπρώξιμο έχασαν το ?χ- τους, κι από χώρες έγιναν ώρες! Τι ωραία να μπορούσαμε να πάμε κι εμείς! Ή μήπως είμαστε ήδη σε μια από αυτές;


            κάνε κλικ στην εικόνα





o ilios pou exase to dromo tou cover

  «Και τι πειράζει που μου αρέσουν τα παιχνίδια και βαριέμαι να μάθω Γεωγραφία;». Αυτό έλεγε συνέχεια ο σκανταλιάρης ήλιος, ο Λάμπης.

Έλα όμως που ήρθε η ώρα να ανατέλλει και να φωτίζει, για να ξεκινήσει η μέρα των ανθρώπων.

 

Και τότε...

 

Τότε, τα βρήκε λίγο δύσκολα τα πράγματα. Χαρούμενος και με πολλή όρεξη ξεκίνησε, μα γρήγορα μπερδεύτηκε και λίγο μετά έχασε το δρόμο του.

 

Τι θα κάνουν οι άνθρωποι για να βοηθήσουν τον άτακτο μικρό; Μια ιστορία για τη χρησιμότητα που έχει το κάθε τι και τη δύναμη της αλληλοβοήθειας.

            κλικ στην εικόνα και...


Το άλλο της μάτι... Τι μπορεί να κάνει μια μάνα για το παιδί της ...

2014-05-13 18 33 20-Η αγάπη της μάνας μπορεί να νικήσει   ΑΣΥΜΠΙΕΣΤΟΣ - ΕΛΛΗΝΕΣ YOUTUBERS

Η μητέρα του είχε μόνο ένα μάτι... Ντρεπόταν γι" αυτήν κι ώρες την μισούσε. Η δουλειά της ήταν μαγείρισσα στην φοιτητική λέσχη. Μαγείρευε για τούς φοιτητές και τούς καθηγητές για να βγάζει τα έξοδά τούς... εν ήθελε να του μιλάει για να μην μαθαίνουν ότι είναι παιδί μιας μητέρας με... ένα μάτι.

 

Οι φοιτήτριες έφευγαν γρήγορα, όποτε την έβλεπαν να βγαίνει για λίγο από την κουζίνα κι έλεγαν πως δεν άντεχαν το θέαμα και πως τούς προκαλούσε μια ανυπόφορη ανατριχίλα...

 

Μα από μικρό είχε πρόβλημα με την εικόνα της μητέρας του. Μια μέρα όταν ακόμη πήγαινε στο δημοτικό, πέρασε η μητέρα του στο διάλειμμα να του πει ένα γεια. Ένοιωσε πολύ στενοχωρημένε. «Πώς μπόρεσε να του το κάνει αυτό»;... αναρωτιόταν... Την αγνόησε, της έριξε μόνο ένα μισητό βλέμμα κι έτρεμε. Την επόμενη μέρα ένας από τούς συμμαθητές του φώναξε: «Έ, ρε, η μητέρα σου έχει μόνο ένα μάτι!..

 

Ήθελε να πεθάνει. Ήθελε να εξαφανιστεί. Όταν γύρισε σπίτι, της είπε: «αν είναι όλοι να γελάνε μαζί μου εξαιτίας σου τότε καλύτερα να πεθάνεις!». Αυτή δεν του απάντησε... «Δεν μ" ένοιαζε τί είπα ή τί αισθάνθηκε, γιατί ήμουν πολύ νευριασμένος», έλεγε αργότερα σ" ένα φίλο του. «Ήθελα να φύγω από εκείνο το σπίτι και να μην έχω καμία σχέση μαζί της. Έτσι διάβασα πάρα πολύ σκληρά με σκοπό να φύγω μια μέρα μακριά για σπουδές... Και τα κατάφερα, μα ήλθε κι έπιασε αυτή τη δουλειά στη λέσχη για να με βοηθάει... Δεν μπορούσε να πάει κάπου αλλού;...».

 

Αργότερα παντρεύτηκε. Αγόρασε ένα δικό του σπίτι. Έκανε δικά του παιδιά κι ήταν ευχαριστημένος με τη ζωή του, τα παιδιά του, την γυναίκα του και τη δουλειά του!

 

Μια μέρα μετά από χρόνια απουσίας, όπως ο ίδια το ζήτησε, η μητέρα του πήγε να τον επισκεφτεί. Δεν είχε δει ποτέ από κοντά τα εγγόνια της. Μόλις εμφανίστηκε στην πόρτα, τα παιδιά του άρχισαν να γελάνε. Αυτός θύμωσε επειδή είχε πάει χωρίς να του το ζητήσει και χωρίς να τον προειδοποιήσει. Τότε της φώναξε: «πώς τολμάς να έρχεσαι ξαφνικά στο σπίτι μου και να τρομάζεις τα παιδιά μου; Βγες έξω! Φύγε!». Η μητέρα του απάντησε γαλήνια: «Αα, πόσο λυπάμαι, κύριε! Μάλλον μου έδωσαν λάθος διεύθυνση» κι" εξαφανίστηκε, χωρίο να καταλάβουν τα μικρά πως είναι η γιαγιά τους...

 

Πέρασαν χρόνια και μια μέρα βρήκε στο γραμματοκιβώτιο του σπιτιού του μια επιστολή για τη σχολική συγκέντρωση της τάξης του από το δημοτικό σχολείο, που θα γινόταν στην πόλη πού γεννήθηκε... Είπε ψέματα στη γυναίκα του ότι θα έκανε ένα επαγγελματικό ταξίδι και πήγε. Όταν τελείωσε η συγκέντρωση των συμμαθητών, πήγε στο σπίτι πού μεγάλωσε, μόνο από περιέργεια... Οι γείτονες, του είπαν ότι η μητέρα του είχε πεθάνει πρόσφατα. Δεν έβγαλε ούτε ένα δάκρυ. Του έδωσαν ένα γράμμα που είχε αφήσει γι" αυτόν:

 

«Αγαπημένε μου γιέ, σε σκέφτομαι συνέχεια. Λυπάμαι που ήρθα στο σπίτι σου και φόβισα τα παιδιά σου. Έμαθα ότι έρχεσαι για την σχολική συγκέντρωση κι ένοιωσα πολύ χαρούμενη. Αλλά φοβάμαι ότι μπορεί να μην είμαι σε θέση να σηκωθώ από το κρεβάτι για να έρθω να σε δω.

 

Έγραψα αυτό το γράμμα να στο δώσουν αν δεν με προφτάσεις. Στεναχωριέμαι πού σε έφερνα σε δύσκολη θέση και ντρεπόσουν για μένα όσο ήσουν μικρός. Βλέπεις... όταν ήσουν πολύ μικρός, είχες ένα σοβαρό ατύχημα κι έχασες το μάτι σου.

 

Δεν θα μπορούσα να σε βλέπω να μεγαλώνεις με ένα μάτι. Έτσι σού έδωσα το δικό μου. Ήμουν τόσο υπερήφανη πού ο γιος μου θα έβλεπε τον κόσμο με τη δική μου βοήθεια, με το δικό μου μάτι.,. Έχεις πάντα όλη την αγάπη μου.

 

Η μητέρα σου».



Η αλεπού και ο σκαντζόχοιρος

dyp023


Μια φορά και έναν καιρό

συνεννοηθήκανε ο σκατζόχερας με την αλεπού:

 «Ξέρεις κανένα ψέμα», του λέει, «να πάμε να κλέψουμε σταφύλια;»

 «Ξέρω», της λέει. «Εσύ;»

 «Ου, ξέρω κι εγώ πολλά!...»

 Πάνε να κλέψουνε, πιάνεται στο δόκανο η αλεπού.

 «Τι ψέμα, θα μου πεις, να γλιτώσω;» ρωτάει το σκατζόχερα.

 «Να κάμεις τη ψόφια», της λέει εκείνος.

 Έρχεται τ' αφεντικό, βλέπει ψόφια την αλεπού, τη βγάνει από το δόκανο και την πετάει. Αμολιέται εκείνη, γλίτωσε...

 Ξαναπάνε, έπειτα από μέρες, για σταφύλια.

 Τώρα πιάστηκε στο δόκανο ο σκατζόχερας.

 «Έλα», λέει της αλεπούς, «να μου πεις ένα ψέμα να σωθώ!».

 «Τώρα», του λέει αυτή, «τα ξέχασα όλα!».

 «Καλά», της λέει ο σκατζόχερας, «έλα τουλάχιστο πριν πεθάνω, να σου πω ένα μυστικό στ' αυτί».

 Πάει εκείνη κοντά την δαγκώνει δυνατά στ' αυτί της ο σκατζόχερας, που να φύγει!..

 Όσο που ήρθε τ' αφεντικό, άρπαξε την αλεπού και τη λιάνισε στο ξύλο.

 

Το σκατζόχερα τον άφησε και γλίτωσε.



















 

 

πρόγνωση καιρού από το weather.gr

σψηγρ 1     

yahoo.gr

rain

bubbl

aerostato

quizle

ssssccccra

2015-11-03 20 50_34-Κοινότητα Επιμόρφωσης Εκπαιδευτικών Αιγαίου_ Είσοδος στο δικτυακό τόπο